- κυτταρογονία
- ηβιολ. άλλη ονομ. τής αμφιγονίας ή εγγενούς αναπαραγωγής.[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. είναι απόδοση στην ελλ. ελληνογενούς ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. cytogony < cyto- (βλ. κυτταρο-) + -gony < λατ. -gonia < γονεία < γονεύς. Η λ. μαρτυρείται από το 1893 στον Σπ. Μηλιαράκη].
Dictionary of Greek. 2013.